
Κοιτάς απέναντι μια όμορφη γυναίκα να περνάει το δρόμο. Είναι καλά ντυμένη με κομψά και ακριβά ρούχα, έχει όμορφα στιλπνά μαλλιά και περπατά αγέρωχα. Νιώθεις ένα τσίμπημα στην καρδιά σου που συνοδεύεται από ανάμεικτα συναισθήματα. Από τη μια τη θαυμάζεις που συγκεντρώνει τόσα καλά στοιχεία στην εμφάνισή της, από την άλλη η γυναικεία σου φύση που είναι συνυφασμένη με την κριτική στάση και την αυτό-υποτίμηση σε ξεπερνά. Νιώθεις το σπόρο της ζήλιας να σε διαπερνά και ψάχνεις να βρεις αμέσως στοιχεία ισορροπίας. «Θα είναι χαζή» σκέφτεσαι αμέσως ή «μάλλον, δεν θα έχει τίποτα άξιο λόγου να επιδείξει στη ζωή της, πέρα από την εμφάνιση». Η εικόνα αυτή συνοδευόμενη από αντίστοιχες σκέψεις μάς επισκέπτεται καθημερινά όλους. Η ζήλια απέναντι σε κάτι που έχουμε ή σε κάτι που δεν έχουμε είναι ένα κοινό ανθρώπινο συναίσθημα. Όλοι ζηλεύουμε όπως όλοι αναπνέουμε –το έχουν δείξει και σχετικές έρευνες στη Γαλλία και την Ιταλία. Ο Σαίξπηρ, που μελέτησε όλες τις ανθρώπινες αδυναμίες και τις απέδωσε περίφημα στα θεατρικά του έργα, παρομοίασε τη ζήλια στον «Οθέλλο», σαν ένα τέρας με πράσινα μάτια. Ένα τέρας στο οποίο μεταμορφώνονται ακόμα και οι πιο καλοκάγαθοι άνθρωποι όταν δεν μπορούν να αποφύγουν τη ζήλια. Αυτό που διαφέρει όμως από ύπαρξη σε ύπαρξη είναι ο βαθμός αυτού του αισθήματος και ο τρόπος διαχείρισής του.
Πώς δημιουργείται
Γιατί άραγε να είναι η ζήλια σύμφυτη με την ανθρώπινη ύπαρξη όπως η ανάγκη για τροφή και η επιθετικότητα; Διότι από την πρώτη στιγμή που γεννιέται κάποιος, επιδιώκει να αγαπηθεί και να κατακτήσει εκείνο που επιθυμεί -η μητέρα του πρωτίστως, αργότερα ο πατέρας, ή τα αδέρφια και οι συγγενείς. Από την πρώτη στιγμή –προτού καλά καλά συνειδητοποιήσει αρκετά πράγματα για τον εαυτό του- αντιλαμβάνεται ότι είναι καταδικασμένος να μοιράζεται. Μοιράζεται την αγάπη της μαμάς με τον μπαμπά ή τα άλλα αδέρφια, την αγάπη της δασκάλας με τους υπόλοιπους συμμαθητές, την αγάπη των φίλων με άλλους το ίδιο καλούς φίλους. Πώς όμως μαθαίνει κάποιος να εκτίθεται απέναντι στη «μοιρασιά» και να αντέχει; Αυτό το μάθημα είναι καταδικασμένος να το παίρνει εφ’ όρου ζωής αλλά τις βάσεις θα τις θέσει η οικογένειά του με την κατανόηση και την ευαισθησία που θα δείξει σε τέτοιας φύσης προβλήματα. Η ζήλια όμως έχει πολλά πρόσωπα. Ας δούμε μερικά…
Τα μαύρα φεγγάρια του έρωτα
Η Ζωή είχε πάρα πολλά χρόνια να συνάψει σχέση. Παλιότερα είχε έναν μακροχρόνιο δεσμό και από τη στιγμή της διάλυσής του αποφάσισε να απολαύσει τις χαρές της εργένικης ζωής. Μέχρι που γνώρισε τον Πάνο, έναν γοητευτικό 40άρη ο οποίος έκανε τα πάντα για να την κερδίσει. Παρά τις αρχικές της αναστολές και αρνήσεις τελικά υπέκυψε στο φλερτ του που μετατράπηκε πολύ γρήγορα σε φλογερό έρωτα. Στην αρχή η Ζωή φαινόταν ότι είχε το πάνω χέρι στη σχέση διότι είχε διατηρήσει το χιούμορ και την ψυχραιμία της, μόλις αισθάνθηκε ερωτευμένη και «παραδομένη» στα χέρια του οι ισορροπίες άλλαξαν. Έγινε πιο παρατηρητική με τις κινήσεις του και πιο καχύποπτη. Εξέφραζε ανοιχτά την ανασφάλειά της για το χώρο της εργασίας του που είναι γεμάτος ωραίες γυναίκες. Όταν καθυστερούσε να επιστρέψει σπίτι έβαζε πάντα με το νου της ότι κάτι πονηρό συμβαίνει. Ο Πάνος δεν την αναγνώριζε. Πολύ συχνά της παραπονούνταν ότι τον καταπιέζει τη στιγμή που δεν της είχε δώσει κανένα δικαίωμα να τον ελέγχει με αυτό τον τρόπο. Άλλωστε, της υπενθύμιζε συχνά ότι εκείνος ήταν που διεκδίκησε ένθερμα τούτη τη σχέση. Λογικά η Ζωή τα κατανοούσε όλα αυτά και πολύ συχνά μάλωνε τον εαυτό της για την γκρίνια της. Όταν όμως προέκυπτε κάτι που το θεωρούσε ύποπτο, έχανε τον έλεγχο. Ο Πάνος έκανε υπομονή και έδειχνε κατανόηση απέναντι στην αδικαιολόγητη ζήλια της θέλοντας να της αποδείξει ότι δεν έχει τίποτα να φοβάται, ότι τίποτα δεν την απειλεί. Μετά όμως από κάποιους μήνες κουράστηκε να απολογείται για γεγονότα τελείως αθώα και έψαξε τον τρόπο να αποδεσμευτεί σιγά σιγά από αυτήν τη σχέση.
Η ζήλια γεννιέται και αναπτύσσεται καλά στο περιβάλλον της ερωτικής σχέσης. Όταν ερωτεύεσαι έναν άνθρωπο επιθυμείς να τον κατακτήσεις, να τον κατοχυρώσεις και να τον ελέγξεις. Έτσι, λίγο-λίγο πέφτουμε με τα μούτρα πάνω στο ερωτικό μας αντικείμενο, αφήνοντας πολύ συχνά τον πολιτισμό μας στο χαλάκι της εξώπορτας. Όλες οι γενικές θεωρίες, όλες οι λογικές σκέψεις ακόμα και οι πρώτες πρωινές συζητήσεις μεταξύ εραστών της μιας βραδιάς καταλύονται όταν εισέλθει στον κόσμο μας ο ένας και μοναδικός (κάθε φορά) σύντροφος, αυτός που θα μας κάνει βασίλισσες ακόμα και σε νοικιασμένο βασίλειο. Όταν, λοιπόν, κάνει την εμφάνισή του αυτός ο πολυπόθητος άντρας των ονείρων μας τότε αρχίζουμε με τη «συμμορία των φιλενάδων μας» να καταστρώνουμε σχέδια κατάκτησής του. Μόλις ο καιρός περάσει και τον αισθανθούμε δικό μας άνθρωπο (αφού τον έχουν ήδη γνωρίσει οι γονείς), τότε η έρχεται στην επιφάνεια αληθινή μας πλευρά.
«Απόψε, άργησε λίγο περισσότερο από ό,τι συνήθως», «πολύ τον κοιτάει αυτή η τάχα μου κολλητή του, σίγουρα κάτι θα έχει γίνει μαζί της στο παρελθόν» ή «χαίρομαι που είναι κοινωνικός αλλά πολλές γνωριμίες έχει και το κινητό του είναι γεμάτο γυναικεία ονόματα» και άλλα τέτοια χαριτωμένα ταλανίζουν συχνά-πυκνά το μυαλό μας χωρίς να μας αφήνουν να χαρούμε ανεπηρέαστες τη σχέση. Η ζήλια εκφράζεται με πολλούς τρόπους. Κάποιες από εμάς την εκφράζουμε είτε συζητώντας είτε ουρλιάζοντας, κάποιες όμως την καταπίνουμε χωρίς αυτό να σημαίνει ότι την ελέγχουμε ή την αποφεύγουμε. Το ιδανικό είναι να μπορέσει ο/η ζηλιάρης/α να καταλάβει εάν το αίσθημα αυτό προκαλείται δικαίως από τον άλλο ή είναι αποκύημα της φαντασίας του. Εάν καταφέρει να κάνει αυτό το διαχωρισμό και να τον φέρνει στην επιφάνεια της λογικής του κάθε φορά που αντιμετωπίζει μια κρίση ζήλιας, θα μπορέσει να μετριάσει την έντασή της και να έρθει πιο κοντά με το/η σύντροφο γιατί θα συνειδητοποιήσει ότι ουσιαστικά δεν απειλείται από την ύπαρξη κάποιου τρίτου ανθρώπου. Και το πιο ιδανικό είναι να κατορθώσει να τη γαλουχήσει και να τη μετατρέψει σε κινητήριο δύναμη της γοητείας και του ενδιαφέροντος, στοιχείο που δυναμώνει τις σχέσεις και δεν τις διαλύει.
Αι δύο αδερφαί
Η ζήλια δεν είναι μόνο προϊόν μιας ετερόφυλης ερωτικής σχέσης αλλά πολλές φορές ανακινείται εξαιτίας της στενής σχέσης των αδερφών του ίδιου φύλου. Χαρακτηριστική η περίπτωση της Μαριέττας, η οποία στην ηλικία των 35 χρόνων αντιμετωπίζει προβλήματα και με τις ερωτικές της σχέσεις, αλλά και με την αδερφή της. Η Σίσσυ, μικρότερη από τη Μαριέττα κατά 5 έτη, δυσκολεύει τη ζωή της αδερφής της σε μεγάλο βαθμό. Εκτός του γεγονότος ότι της ασκεί συνεχή κριτική για την ανωριμότητα που τη διέπει παρά την ηλικία της, προσπαθεί να της υποδείξει τις καταδικασμένες ερωτικές της επιλογές με λάθος τρόπο. Κάθε φορά που η Μαριέττα γνωρίζει έναν καινούριο σύντροφο, η Σίσσυ καταβάλλει κάθε προσπάθεια να τον σαγηνεύσει τεχνηέντως. Και αφού το καταφέρει της λέει ότι το έκανε για να της αποδείξει πόσο σκάρτος ήταν και αυτός και ότι αργά ή γρήγορα θα την πλήγωνε. Αυτή η αδερφική σχέση δομήθηκε πάνω στον ανταγωνισμό και τη ζήλια με αποτέλεσμα η καθεμία από αυτές τις γυναίκες να δρα ανάλογα με τις κινήσεις της άλλης. Βάφει η μία τα μαλλιά της, τα βάφει ή τα κόβει η άλλη, πάει η μία γυμναστήριο, ξεκινά η άλλη χορό, παίζει η μία με νέο γκόμενο κάνει ό,τι είναι δυνατόν η άλλη για να του αποσπάσει την προσοχή ή να τον μειώσει. Μπορεί να ακούγεται ακραίο, αλλά οι αδερφές πάντα –άλλες λιγότερο άλλες περισσότερο- διεκδικούσαν ισότιμα την αγάπη του μπαμπά τους. Κάποια από τις δύο είχε την τιμή να είναι η αγαπημένη του ή να θεωρείται η πιο όμορφη και αυτό διαιωνίζεται στην ενήλικη ζωή τους.
Ουδέν κακόν…
Η ζήλια μπορεί να είναι ένα στοιχείο που δυσκολεύει τις ζωές των ανθρώπων, πολλές φορές όμως γίνεται θετικό στοιχείο εξέλιξης και βελτίωσης του ανθρώπου. Όταν ένας άνθρωπος ζηλεύει, σημαίνει ότι επιθυμεί, ανησυχεί και βρίσκεται σε εγρήγορση απέναντι στα στοιχεία της εξωτερικής του πραγματικότητας. Στρέφει το βλέμμα του στους συνανθρώπους του παρατηρώντας τους, και αυτό πολλές φορές βοηθά στη βελτίωση της ήδη υπάρχουσας προσωπικότητας.
Η Χριστίνα μεγάλωσε σε ένα σπίτι με πολλά αδέρφια. Ήταν το τελευταίο παιδί και οι γονείς της έχοντας ήδη αναθρέψει άλλα 4 παιδιά, είχαν κουραστεί να ασχολούνται μαζί της. Γι’ αυτό πολλές φορές την παρέπεμπαν στα αδέρφια της. Όταν δεν γνώριζε κάτι ή όταν έψαχνε λύσεις απέναντι σε ζητήματα του σχολείου ή σε θέματα συμπεριφοράς την παρέπεμπαν στις μεγάλες της αδερφές. Την έντυναν με τα ρούχα των αδερφών της και της έδιναν το γραφείο και το κρεβάτι των κοριτσιών που είχαν ήδη μεγαλώσει. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η Χριστίνα να ζηλεύει πάντα τις αδερφές της για την προσοχή που τους είχαν δείξει οι γονείς τους και εκείνη τη στερήθηκε. Από την άλλη, όμως, έμαθε να βελτιώνεται μέσα από την παρατήρηση. Ενεργοποιημένη από το ενδιαφέρον της για τον άλλο –τις αδερφές της σε πρώτη φάση- και τη ζήλια που δεν ήθελε ποτέ να φανεί ότι ένιωθε, έμαθε να κερδίζει την αγάπη των άλλων με το σπαθί της. Έβαζε από μικρή στόχους και αυτό τη βοηθούσε να μένει συγκεντρωμένη σε ένα όραμα και να το φέρει εις πέρας καλύτερα από ό,τι θα μπορούσαν οι άλλοι. Η ανασφάλειά της την όπλισε με κινητοποίηση και αυτό την έκανε καλή μαθήτρια, γυμνασμένη με ωραίο σώμα και διακρίσεις στη εφηβεία και κατόπιν πολύ καλή στη δουλειά της με πολλά ενδιαφέροντα και αναζητήσεις. Η περηφάνια της δεν της επέτρεψε ποτέ να μεμψιμοιρήσει, αντίθετα όμως η ζήλια της έκανε καλό. Αντιλήφθηκε ότι σε αυτή τη ζωή τίποτα δεν σου χαρίζεται οπότε από νωρίς ανακάλυψε και ενεργοποίησε όλες τις δυνάμεις της για να βελτιώσει τις ήδη υπάρχουσες ικανότητές της. Και αυτό της βγήκε σε καλό. Διότι μέσα από την προσπάθεια και την αγάπη των άλλων εκτίμησε και αυτή καλύτερα τον εαυτό της.
Η ζήλια λοιπόν είναι ένα στοιχείο της προσωπικότητας χωρίς θετικό ή αρνητικό πρόσημο. Ένας ζηλιάρης άνθρωπος δεν σημαίνει αυτόματα ότι θα δυστυχήσει έναντι κάποιου άλλου. Άλλωστε, όπως ήδη αναφέρθηκε, όλοι ζηλεύουμε λίγο ή πολύ. Το ζήτημα που κάνει τη διαφορά είναι εάν το αίσθημα της ζήλιας σχετίζεται με την πραγματικότητα και με έναν πραγματικό αντίπαλο ή είναι αποκύημα της φαντασίας μας, μιας φαντασίας, όμως, που δομήθηκε και αυτή με κάποιον τρόπο. Το άλλο σημαντικό στοιχείο είναι η ποσότητα. Όπως το άγχος και άλλα θέματα που ταλανίζουν την προσωπικότητά μας, έτσι και η ζήλια μέχρι ένα σημείο βοηθά την εξέλιξή της ενώ όταν καθίσταται υπερβολική, τότε γίνεται ανεξέλεγκτη και καταλύει κάθε θετική προσπάθεια.
Πισώπλατα μαχαιρώματα
Υπάρχει μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στη ζήλια και το φθόνο. Η ζήλια είναι εγγενές στοιχείο της προσωπικότητας ενός ανθρώπου και εμπίπτει στη φυσιολογική του εξέλιξη. Ο φθόνος όμως είναι ένα παθολογικό κομμάτι, προϊόν μιας στρέβλωσης, γι’ αυτό και είναι δυσλειτουργικό. Στη ζήλια οι άνθρωποι επιθυμούν κάτι που δεν έχουν και στρέφονται πολλές φορές προς την κατεύθυνση να το αποκτήσουν. Στο φθόνο όμως ο άνθρωπος που φθονεί επιθυμεί να καταστρέψει αυτόν που έχει κάτι καλύτερο από εκείνον γιατί δεν αντέχει στην ιδέα της σύγκρισης.
Διάσημες ταινίες με θέμα τη ζήλια
Βιβλίο-οδηγός
Για τη ζήλια που προκύπτει στις ερωτικές σχέσεις σας προτείνουμε το «Ζήλια, η άλλη όψη του έρωτα» του Βίλλυ Παζίνι, εκδόσεις Πατάκη. Είναι ένα πολύ κατανοητό βιβλίο, με ζωντανά παραδείγματα και ψυχαγωγικές ιστορίες. Σε κάποια από αυτές θα δείτε τον εαυτό σας. Καλή ανάγνωση!
Πώς δημιουργείται
Γιατί άραγε να είναι η ζήλια σύμφυτη με την ανθρώπινη ύπαρξη όπως η ανάγκη για τροφή και η επιθετικότητα; Διότι από την πρώτη στιγμή που γεννιέται κάποιος, επιδιώκει να αγαπηθεί και να κατακτήσει εκείνο που επιθυμεί -η μητέρα του πρωτίστως, αργότερα ο πατέρας, ή τα αδέρφια και οι συγγενείς. Από την πρώτη στιγμή –προτού καλά καλά συνειδητοποιήσει αρκετά πράγματα για τον εαυτό του- αντιλαμβάνεται ότι είναι καταδικασμένος να μοιράζεται. Μοιράζεται την αγάπη της μαμάς με τον μπαμπά ή τα άλλα αδέρφια, την αγάπη της δασκάλας με τους υπόλοιπους συμμαθητές, την αγάπη των φίλων με άλλους το ίδιο καλούς φίλους. Πώς όμως μαθαίνει κάποιος να εκτίθεται απέναντι στη «μοιρασιά» και να αντέχει; Αυτό το μάθημα είναι καταδικασμένος να το παίρνει εφ’ όρου ζωής αλλά τις βάσεις θα τις θέσει η οικογένειά του με την κατανόηση και την ευαισθησία που θα δείξει σε τέτοιας φύσης προβλήματα. Η ζήλια όμως έχει πολλά πρόσωπα. Ας δούμε μερικά…
Τα μαύρα φεγγάρια του έρωτα
Η Ζωή είχε πάρα πολλά χρόνια να συνάψει σχέση. Παλιότερα είχε έναν μακροχρόνιο δεσμό και από τη στιγμή της διάλυσής του αποφάσισε να απολαύσει τις χαρές της εργένικης ζωής. Μέχρι που γνώρισε τον Πάνο, έναν γοητευτικό 40άρη ο οποίος έκανε τα πάντα για να την κερδίσει. Παρά τις αρχικές της αναστολές και αρνήσεις τελικά υπέκυψε στο φλερτ του που μετατράπηκε πολύ γρήγορα σε φλογερό έρωτα. Στην αρχή η Ζωή φαινόταν ότι είχε το πάνω χέρι στη σχέση διότι είχε διατηρήσει το χιούμορ και την ψυχραιμία της, μόλις αισθάνθηκε ερωτευμένη και «παραδομένη» στα χέρια του οι ισορροπίες άλλαξαν. Έγινε πιο παρατηρητική με τις κινήσεις του και πιο καχύποπτη. Εξέφραζε ανοιχτά την ανασφάλειά της για το χώρο της εργασίας του που είναι γεμάτος ωραίες γυναίκες. Όταν καθυστερούσε να επιστρέψει σπίτι έβαζε πάντα με το νου της ότι κάτι πονηρό συμβαίνει. Ο Πάνος δεν την αναγνώριζε. Πολύ συχνά της παραπονούνταν ότι τον καταπιέζει τη στιγμή που δεν της είχε δώσει κανένα δικαίωμα να τον ελέγχει με αυτό τον τρόπο. Άλλωστε, της υπενθύμιζε συχνά ότι εκείνος ήταν που διεκδίκησε ένθερμα τούτη τη σχέση. Λογικά η Ζωή τα κατανοούσε όλα αυτά και πολύ συχνά μάλωνε τον εαυτό της για την γκρίνια της. Όταν όμως προέκυπτε κάτι που το θεωρούσε ύποπτο, έχανε τον έλεγχο. Ο Πάνος έκανε υπομονή και έδειχνε κατανόηση απέναντι στην αδικαιολόγητη ζήλια της θέλοντας να της αποδείξει ότι δεν έχει τίποτα να φοβάται, ότι τίποτα δεν την απειλεί. Μετά όμως από κάποιους μήνες κουράστηκε να απολογείται για γεγονότα τελείως αθώα και έψαξε τον τρόπο να αποδεσμευτεί σιγά σιγά από αυτήν τη σχέση.
Η ζήλια γεννιέται και αναπτύσσεται καλά στο περιβάλλον της ερωτικής σχέσης. Όταν ερωτεύεσαι έναν άνθρωπο επιθυμείς να τον κατακτήσεις, να τον κατοχυρώσεις και να τον ελέγξεις. Έτσι, λίγο-λίγο πέφτουμε με τα μούτρα πάνω στο ερωτικό μας αντικείμενο, αφήνοντας πολύ συχνά τον πολιτισμό μας στο χαλάκι της εξώπορτας. Όλες οι γενικές θεωρίες, όλες οι λογικές σκέψεις ακόμα και οι πρώτες πρωινές συζητήσεις μεταξύ εραστών της μιας βραδιάς καταλύονται όταν εισέλθει στον κόσμο μας ο ένας και μοναδικός (κάθε φορά) σύντροφος, αυτός που θα μας κάνει βασίλισσες ακόμα και σε νοικιασμένο βασίλειο. Όταν, λοιπόν, κάνει την εμφάνισή του αυτός ο πολυπόθητος άντρας των ονείρων μας τότε αρχίζουμε με τη «συμμορία των φιλενάδων μας» να καταστρώνουμε σχέδια κατάκτησής του. Μόλις ο καιρός περάσει και τον αισθανθούμε δικό μας άνθρωπο (αφού τον έχουν ήδη γνωρίσει οι γονείς), τότε η έρχεται στην επιφάνεια αληθινή μας πλευρά.
«Απόψε, άργησε λίγο περισσότερο από ό,τι συνήθως», «πολύ τον κοιτάει αυτή η τάχα μου κολλητή του, σίγουρα κάτι θα έχει γίνει μαζί της στο παρελθόν» ή «χαίρομαι που είναι κοινωνικός αλλά πολλές γνωριμίες έχει και το κινητό του είναι γεμάτο γυναικεία ονόματα» και άλλα τέτοια χαριτωμένα ταλανίζουν συχνά-πυκνά το μυαλό μας χωρίς να μας αφήνουν να χαρούμε ανεπηρέαστες τη σχέση. Η ζήλια εκφράζεται με πολλούς τρόπους. Κάποιες από εμάς την εκφράζουμε είτε συζητώντας είτε ουρλιάζοντας, κάποιες όμως την καταπίνουμε χωρίς αυτό να σημαίνει ότι την ελέγχουμε ή την αποφεύγουμε. Το ιδανικό είναι να μπορέσει ο/η ζηλιάρης/α να καταλάβει εάν το αίσθημα αυτό προκαλείται δικαίως από τον άλλο ή είναι αποκύημα της φαντασίας του. Εάν καταφέρει να κάνει αυτό το διαχωρισμό και να τον φέρνει στην επιφάνεια της λογικής του κάθε φορά που αντιμετωπίζει μια κρίση ζήλιας, θα μπορέσει να μετριάσει την έντασή της και να έρθει πιο κοντά με το/η σύντροφο γιατί θα συνειδητοποιήσει ότι ουσιαστικά δεν απειλείται από την ύπαρξη κάποιου τρίτου ανθρώπου. Και το πιο ιδανικό είναι να κατορθώσει να τη γαλουχήσει και να τη μετατρέψει σε κινητήριο δύναμη της γοητείας και του ενδιαφέροντος, στοιχείο που δυναμώνει τις σχέσεις και δεν τις διαλύει.
Αι δύο αδερφαί
Η ζήλια δεν είναι μόνο προϊόν μιας ετερόφυλης ερωτικής σχέσης αλλά πολλές φορές ανακινείται εξαιτίας της στενής σχέσης των αδερφών του ίδιου φύλου. Χαρακτηριστική η περίπτωση της Μαριέττας, η οποία στην ηλικία των 35 χρόνων αντιμετωπίζει προβλήματα και με τις ερωτικές της σχέσεις, αλλά και με την αδερφή της. Η Σίσσυ, μικρότερη από τη Μαριέττα κατά 5 έτη, δυσκολεύει τη ζωή της αδερφής της σε μεγάλο βαθμό. Εκτός του γεγονότος ότι της ασκεί συνεχή κριτική για την ανωριμότητα που τη διέπει παρά την ηλικία της, προσπαθεί να της υποδείξει τις καταδικασμένες ερωτικές της επιλογές με λάθος τρόπο. Κάθε φορά που η Μαριέττα γνωρίζει έναν καινούριο σύντροφο, η Σίσσυ καταβάλλει κάθε προσπάθεια να τον σαγηνεύσει τεχνηέντως. Και αφού το καταφέρει της λέει ότι το έκανε για να της αποδείξει πόσο σκάρτος ήταν και αυτός και ότι αργά ή γρήγορα θα την πλήγωνε. Αυτή η αδερφική σχέση δομήθηκε πάνω στον ανταγωνισμό και τη ζήλια με αποτέλεσμα η καθεμία από αυτές τις γυναίκες να δρα ανάλογα με τις κινήσεις της άλλης. Βάφει η μία τα μαλλιά της, τα βάφει ή τα κόβει η άλλη, πάει η μία γυμναστήριο, ξεκινά η άλλη χορό, παίζει η μία με νέο γκόμενο κάνει ό,τι είναι δυνατόν η άλλη για να του αποσπάσει την προσοχή ή να τον μειώσει. Μπορεί να ακούγεται ακραίο, αλλά οι αδερφές πάντα –άλλες λιγότερο άλλες περισσότερο- διεκδικούσαν ισότιμα την αγάπη του μπαμπά τους. Κάποια από τις δύο είχε την τιμή να είναι η αγαπημένη του ή να θεωρείται η πιο όμορφη και αυτό διαιωνίζεται στην ενήλικη ζωή τους.
Ουδέν κακόν…
Η ζήλια μπορεί να είναι ένα στοιχείο που δυσκολεύει τις ζωές των ανθρώπων, πολλές φορές όμως γίνεται θετικό στοιχείο εξέλιξης και βελτίωσης του ανθρώπου. Όταν ένας άνθρωπος ζηλεύει, σημαίνει ότι επιθυμεί, ανησυχεί και βρίσκεται σε εγρήγορση απέναντι στα στοιχεία της εξωτερικής του πραγματικότητας. Στρέφει το βλέμμα του στους συνανθρώπους του παρατηρώντας τους, και αυτό πολλές φορές βοηθά στη βελτίωση της ήδη υπάρχουσας προσωπικότητας.
Η Χριστίνα μεγάλωσε σε ένα σπίτι με πολλά αδέρφια. Ήταν το τελευταίο παιδί και οι γονείς της έχοντας ήδη αναθρέψει άλλα 4 παιδιά, είχαν κουραστεί να ασχολούνται μαζί της. Γι’ αυτό πολλές φορές την παρέπεμπαν στα αδέρφια της. Όταν δεν γνώριζε κάτι ή όταν έψαχνε λύσεις απέναντι σε ζητήματα του σχολείου ή σε θέματα συμπεριφοράς την παρέπεμπαν στις μεγάλες της αδερφές. Την έντυναν με τα ρούχα των αδερφών της και της έδιναν το γραφείο και το κρεβάτι των κοριτσιών που είχαν ήδη μεγαλώσει. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η Χριστίνα να ζηλεύει πάντα τις αδερφές της για την προσοχή που τους είχαν δείξει οι γονείς τους και εκείνη τη στερήθηκε. Από την άλλη, όμως, έμαθε να βελτιώνεται μέσα από την παρατήρηση. Ενεργοποιημένη από το ενδιαφέρον της για τον άλλο –τις αδερφές της σε πρώτη φάση- και τη ζήλια που δεν ήθελε ποτέ να φανεί ότι ένιωθε, έμαθε να κερδίζει την αγάπη των άλλων με το σπαθί της. Έβαζε από μικρή στόχους και αυτό τη βοηθούσε να μένει συγκεντρωμένη σε ένα όραμα και να το φέρει εις πέρας καλύτερα από ό,τι θα μπορούσαν οι άλλοι. Η ανασφάλειά της την όπλισε με κινητοποίηση και αυτό την έκανε καλή μαθήτρια, γυμνασμένη με ωραίο σώμα και διακρίσεις στη εφηβεία και κατόπιν πολύ καλή στη δουλειά της με πολλά ενδιαφέροντα και αναζητήσεις. Η περηφάνια της δεν της επέτρεψε ποτέ να μεμψιμοιρήσει, αντίθετα όμως η ζήλια της έκανε καλό. Αντιλήφθηκε ότι σε αυτή τη ζωή τίποτα δεν σου χαρίζεται οπότε από νωρίς ανακάλυψε και ενεργοποίησε όλες τις δυνάμεις της για να βελτιώσει τις ήδη υπάρχουσες ικανότητές της. Και αυτό της βγήκε σε καλό. Διότι μέσα από την προσπάθεια και την αγάπη των άλλων εκτίμησε και αυτή καλύτερα τον εαυτό της.
Η ζήλια λοιπόν είναι ένα στοιχείο της προσωπικότητας χωρίς θετικό ή αρνητικό πρόσημο. Ένας ζηλιάρης άνθρωπος δεν σημαίνει αυτόματα ότι θα δυστυχήσει έναντι κάποιου άλλου. Άλλωστε, όπως ήδη αναφέρθηκε, όλοι ζηλεύουμε λίγο ή πολύ. Το ζήτημα που κάνει τη διαφορά είναι εάν το αίσθημα της ζήλιας σχετίζεται με την πραγματικότητα και με έναν πραγματικό αντίπαλο ή είναι αποκύημα της φαντασίας μας, μιας φαντασίας, όμως, που δομήθηκε και αυτή με κάποιον τρόπο. Το άλλο σημαντικό στοιχείο είναι η ποσότητα. Όπως το άγχος και άλλα θέματα που ταλανίζουν την προσωπικότητά μας, έτσι και η ζήλια μέχρι ένα σημείο βοηθά την εξέλιξή της ενώ όταν καθίσταται υπερβολική, τότε γίνεται ανεξέλεγκτη και καταλύει κάθε θετική προσπάθεια.
Πισώπλατα μαχαιρώματα
Υπάρχει μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στη ζήλια και το φθόνο. Η ζήλια είναι εγγενές στοιχείο της προσωπικότητας ενός ανθρώπου και εμπίπτει στη φυσιολογική του εξέλιξη. Ο φθόνος όμως είναι ένα παθολογικό κομμάτι, προϊόν μιας στρέβλωσης, γι’ αυτό και είναι δυσλειτουργικό. Στη ζήλια οι άνθρωποι επιθυμούν κάτι που δεν έχουν και στρέφονται πολλές φορές προς την κατεύθυνση να το αποκτήσουν. Στο φθόνο όμως ο άνθρωπος που φθονεί επιθυμεί να καταστρέψει αυτόν που έχει κάτι καλύτερο από εκείνον γιατί δεν αντέχει στην ιδέα της σύγκρισης.
Διάσημες ταινίες με θέμα τη ζήλια
- Το παραμύθι με το οποίο μεγάλωσαν γενιές και γενιές, «Η Χιονάτη», στηρίχθηκε πάνω στο φθόνο της μητριάς της απέναντι σε ένα κορίτσι πιο νέο και όμορφο. Όλες οι γυναίκες μεγαλώνουμε, αυτό δεν σημαίνει ότι θα καταστρέψουμε όλες τις νεότερες. Συμβουλή: Πρέπει σε κάθε ηλικία να γευόμαστε τους καρπούς της όσο πιο καλά μπορούμε, και να τολμάμε να κάνουμε πράξη τα όνειρά μας.
- «Ο γάμος του καλύτερού μου φίλου». Ποια δεν θυμάται την Τζούλια Ρόμπερτς να προσπαθεί να καταστρέψει το γάμο του φίλου της επειδή συνειδητοποίησε ότι είναι ερωτευμένη μαζί του; Συμβουλή: Πάντα το ξένο είναι πιο γλυκό, αυτό δεν σημαίνει όμως ότι μας ταιριάζει κιόλας.
- «Μάτια ερμητικά κλειστά». Ωδή στη ζήλια που προκύπτει από τις σεξουαλικές φαντασιώσεις. Δημιουργήθηκε προφανώς τέτοια ένταση που οδήγησε δις στο χωρισμό το ζεύγος Κρουζ-Κίντμαν. Και στην ταινία και στη ζωή. Συμβουλή: Πριν αρχίσετε να του μιλάτε για το στόλο που θέλετε να παρελάσει στο κορμί σας, κάντε του ένα τεστ εάν το αντέχει ο άνθρωπος. Άλλο η φαντασίωση και άλλο η ζωή.
- «Ο καλός γιος». Παλιότερη ταινία με τον Μακόλεϊ Κάλκιν παιδί ακόμη. Συμβουλή: Η ζήλια ανάμεσα στα αδέρφια είναι δεδομένη και εν μέρει και λογική. Καλό είναι προκειμένου να αποφύγετε το ένα από τα δύο παιδιά σας να μετατραπεί στο «σχιζοφρενή δολοφόνο με το πριόνι», να απέχετε ενεργά από τους συγκρούσεις τους. Με αυτό τον τρόπο δεν θα παίρνετε το μέρος του ενός για να ζηλεύει ο άλλος. Καλή τακτική η φράση: «Βρείτε τα μόνοι σας», αλλά να το εννοείτε.
Βιβλίο-οδηγός
Για τη ζήλια που προκύπτει στις ερωτικές σχέσεις σας προτείνουμε το «Ζήλια, η άλλη όψη του έρωτα» του Βίλλυ Παζίνι, εκδόσεις Πατάκη. Είναι ένα πολύ κατανοητό βιβλίο, με ζωντανά παραδείγματα και ψυχαγωγικές ιστορίες. Σε κάποια από αυτές θα δείτε τον εαυτό σας. Καλή ανάγνωση!