Άλλοι ρόλοι, ίδια πρόσωπα
Είναι πολύ περίεργο συναίσθημα να είσαι παράλληλα όλες οι ηλικίες. Αυτό που έλεγε ο Freud ότι το ασυνείδητο είναι άχρονο, έχει καθημερινή εφαρμογή σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας. Και εκεί που λες ότι ξεμπέρδεψες με το παρελθόν σου, με τις δύσκολες όψεις μιας ταραγμένης εφηβείας ή με τα ανικανοποίητα της παιδικής σου ηλικίας, εκεί που είσαι πια ενήλικος, πιστοποιημένα πια εδώ και χρόνια, έρχεται μια στιγμή που είσαι πάλι αυτό το μικρό κορίτσι κουλουριασμένο στον καναπέ των γονιών σου.
Εδώ και δέκα μήνες είμαι μητέρα. Μητέρα ενός κοριτσιού που με μεγάλη λαχτάρα απέκτησα. Υπέρμαχος της επιστήμης, του ορθού λόγου και των ατέλειωτων θεραπειών, επέλεξα συνειδητά όταν έγινα μητέρα να αφήσω κατά μέρους τις θεωρίες να κοιμηθούν ήσυχα στο μυαλό μου, για να λειτουργήσει το ένστικτό μου. Επέλεξα συνειδητά να νιώσω. Να αφήσω το ποτάμι των συναισθημάτων να με πλημμυρίσει και να γίνω η μάνα για αυτό το παιδί που είμαι εκ φύσεως, όχι η μάνα των politically correct θέσεων και απόψεων. Η αποστασιοποίηση που κατά καιρούς χρειάζεται στη θεραπεία εδώ δεν βρίσκει θέση. Δεν μπορείς να είσαι αποστασιοποιημένος με το ίδιο σου το παιδί. Παρόλο που πολλές νύχτες θα ήθελες να είσαι πιο ψύχραιμος, πιο λογικός και ίσως πιο ήρεμος. Αλλά όχι αποστασιοποιημένος. Και εκεί που είπα ότι γίνομαι η αυθεντική μάνα αυτού του μικρού παιδιού –γίνομαι αντί είμαι, διότι κάθε μέρα αλλάζουν τα δεδομένα και ο ένας συμπαρασύρει τον άλλο σε μια δυαδική σχέση- ξαφνικά αρρώστησα από μια επίμονη ίωση. Μην διαθέτοντας εκείνη τη στιγμή τον σύζυγό μου –ένα ταξίδι στο εξωτερικό για δουλειές είναι πάντα μια μικρή αναστάτωση- αναγκάστηκα για το καλό κυρίως του παιδιού να μετακομίσω λίγες ημέρες στο σπίτι των γονιών μου.
Αυτό είχε να μου συμβεί από τα 18 μου χρόνια όταν επέλεξα να μετακομίσω από το πατρικό μου ως φοιτήτρια. Έχοντας ξεμάθει λοιπόν να συμβιώνω με τους γεννήτορές μου, τώρα για πρώτη φορά μετά από χρόνια, τους είχα ανάγκη. Ανάγκη διότι είχα υψηλό πυρετό, διότι ανησυχούσα για το παιδί μου, γιατί δεν μπορούσα να μαγειρέψω ούτε να φροντίσω τη μικρή. Ανάγκη όμως και συναισθηματική, διότι συνειδητοποίησα ότι σε εκείνη τη φάση ήθελα και εγώ τη μαμά μου, όπως ήθελε και η μικρή τη δική της. Αυτό το αίσθημα με ταρακούνησε λιγάκι. Μετά από 15 χρόνια απόστασης, μετά από πολλά χρόνια θεραπειών, στις οποίες καλείσαι να ωριμάσεις, να απεξαρτηθείς, να κόψεις τον ομφάλιο λώρο. Μετά από εμπειρίες ζωής, που σε φέρνουν αντιμέτωπο με τις συνήθειες των δικών σου, μετά από άπειρη κριτική που τους ασκούσες τόσα χρόνια εκ του ασφαλούς, μετά από πολλά «εγώ δεν θα κάνω, εγώ δεν θα γίνω σαν και σένα, εγώ δεν θα λιμνάσω, εγώ δεν θα θυσιαστώ για το καλό της οικογένειας, εγώ δεν θα είμαι θύμα», μετά από το αίσθημα ευθύνης απέναντι στους θεραπευόμενούς μου, στο να μπορώ να τους «κρατώ» μητρικά και να τους αντέχω, εγώ είχα ξανακυλήσει σε ένα άχρονο παρόν της παιδικής μου ηλικίας. Και η εμπειρία ήταν συγκλονιστική. Αναβίωνε μπρος στα μάτια μου, με έναν τρόπο που μόνο έτσι θα μπορούσε να γίνει. Η μικρή μου κόρη απολάμβανε τις φροντίδες της γιαγιάς της, όπως μάλλον κάποτε και εγώ του ίδιου προσώπου. Ο πατέρας μου τραγουδούσε και ταχτίριζε την εγγονή του με λαχτάρα στο βλέμμα και περηφάνια. Αλλά φρόντιζαν και εμένα, σαν να είμαι το μικρό τους κοριτσάκι, ίδια στην ηλικία με την κόρη μου. Συνειδητοποίησα, λοιπόν, ότι ταυτοποιήθηκα με την κόρη μου στην ανάγκη για περίεξη. Και αυτό όχι μόνο δεν με έκανε ευάλωτη και ανασφαλή, αλλά μου έδειξε κάτω από ένα άλλο πρίσμα, ότι και εγώ μάλλον δεν μεγάλωσα και άσχημα. Τις ίδιες φροντίδες απολάμβανα, το ίδιο παιχνίδι, την ίδια στοργή. Άλλο εάν με τα χρόνια τα ξεχνάμε, ή τα θεωρούμε δεδομένα. Άλλο εάν χρειάζεται τελικά να κόψεις τα νήματα για να βγεις μπροστά.
Το ζήτημα σε κάθε περίπτωση είναι να κρατάς τουλάχιστον φυλαγμένους μερικούς από τους θησαυρούς της παιδικής ηλικίας. Για ώρα ανάγκης. Να τους ανασύρεις στα δύσκολα. Να σε συντροφεύουν. Και ας κάνεις κριτική. Και ας ισοπεδώνεις μετά το οικοδόμημα. Αυτό θα κάνει σίγουρα και η κόρη μου με μένα. Θα πατήσει πάνω μου. Η καλή μάνα, λέει ένας σημαντικός ψυχαναλυτής, είναι η στυμμένη λεμονόκουπα. Το εύχομαι. Για να γίνει καλύτερη από μένα. Και ακόμα εάν εγώ δεν βρεθώ ποτέ τη στιγμή που θα με έχει ανάγκη το δικό της παιδί, θέλω να νιώθει ότι έχει τόσα αποθέματα αγάπης από μένα, σαν να είμαι πάντα εκεί. Άχρονα. Ασυνείδητα...
Εδώ και δέκα μήνες είμαι μητέρα. Μητέρα ενός κοριτσιού που με μεγάλη λαχτάρα απέκτησα. Υπέρμαχος της επιστήμης, του ορθού λόγου και των ατέλειωτων θεραπειών, επέλεξα συνειδητά όταν έγινα μητέρα να αφήσω κατά μέρους τις θεωρίες να κοιμηθούν ήσυχα στο μυαλό μου, για να λειτουργήσει το ένστικτό μου. Επέλεξα συνειδητά να νιώσω. Να αφήσω το ποτάμι των συναισθημάτων να με πλημμυρίσει και να γίνω η μάνα για αυτό το παιδί που είμαι εκ φύσεως, όχι η μάνα των politically correct θέσεων και απόψεων. Η αποστασιοποίηση που κατά καιρούς χρειάζεται στη θεραπεία εδώ δεν βρίσκει θέση. Δεν μπορείς να είσαι αποστασιοποιημένος με το ίδιο σου το παιδί. Παρόλο που πολλές νύχτες θα ήθελες να είσαι πιο ψύχραιμος, πιο λογικός και ίσως πιο ήρεμος. Αλλά όχι αποστασιοποιημένος. Και εκεί που είπα ότι γίνομαι η αυθεντική μάνα αυτού του μικρού παιδιού –γίνομαι αντί είμαι, διότι κάθε μέρα αλλάζουν τα δεδομένα και ο ένας συμπαρασύρει τον άλλο σε μια δυαδική σχέση- ξαφνικά αρρώστησα από μια επίμονη ίωση. Μην διαθέτοντας εκείνη τη στιγμή τον σύζυγό μου –ένα ταξίδι στο εξωτερικό για δουλειές είναι πάντα μια μικρή αναστάτωση- αναγκάστηκα για το καλό κυρίως του παιδιού να μετακομίσω λίγες ημέρες στο σπίτι των γονιών μου.
Αυτό είχε να μου συμβεί από τα 18 μου χρόνια όταν επέλεξα να μετακομίσω από το πατρικό μου ως φοιτήτρια. Έχοντας ξεμάθει λοιπόν να συμβιώνω με τους γεννήτορές μου, τώρα για πρώτη φορά μετά από χρόνια, τους είχα ανάγκη. Ανάγκη διότι είχα υψηλό πυρετό, διότι ανησυχούσα για το παιδί μου, γιατί δεν μπορούσα να μαγειρέψω ούτε να φροντίσω τη μικρή. Ανάγκη όμως και συναισθηματική, διότι συνειδητοποίησα ότι σε εκείνη τη φάση ήθελα και εγώ τη μαμά μου, όπως ήθελε και η μικρή τη δική της. Αυτό το αίσθημα με ταρακούνησε λιγάκι. Μετά από 15 χρόνια απόστασης, μετά από πολλά χρόνια θεραπειών, στις οποίες καλείσαι να ωριμάσεις, να απεξαρτηθείς, να κόψεις τον ομφάλιο λώρο. Μετά από εμπειρίες ζωής, που σε φέρνουν αντιμέτωπο με τις συνήθειες των δικών σου, μετά από άπειρη κριτική που τους ασκούσες τόσα χρόνια εκ του ασφαλούς, μετά από πολλά «εγώ δεν θα κάνω, εγώ δεν θα γίνω σαν και σένα, εγώ δεν θα λιμνάσω, εγώ δεν θα θυσιαστώ για το καλό της οικογένειας, εγώ δεν θα είμαι θύμα», μετά από το αίσθημα ευθύνης απέναντι στους θεραπευόμενούς μου, στο να μπορώ να τους «κρατώ» μητρικά και να τους αντέχω, εγώ είχα ξανακυλήσει σε ένα άχρονο παρόν της παιδικής μου ηλικίας. Και η εμπειρία ήταν συγκλονιστική. Αναβίωνε μπρος στα μάτια μου, με έναν τρόπο που μόνο έτσι θα μπορούσε να γίνει. Η μικρή μου κόρη απολάμβανε τις φροντίδες της γιαγιάς της, όπως μάλλον κάποτε και εγώ του ίδιου προσώπου. Ο πατέρας μου τραγουδούσε και ταχτίριζε την εγγονή του με λαχτάρα στο βλέμμα και περηφάνια. Αλλά φρόντιζαν και εμένα, σαν να είμαι το μικρό τους κοριτσάκι, ίδια στην ηλικία με την κόρη μου. Συνειδητοποίησα, λοιπόν, ότι ταυτοποιήθηκα με την κόρη μου στην ανάγκη για περίεξη. Και αυτό όχι μόνο δεν με έκανε ευάλωτη και ανασφαλή, αλλά μου έδειξε κάτω από ένα άλλο πρίσμα, ότι και εγώ μάλλον δεν μεγάλωσα και άσχημα. Τις ίδιες φροντίδες απολάμβανα, το ίδιο παιχνίδι, την ίδια στοργή. Άλλο εάν με τα χρόνια τα ξεχνάμε, ή τα θεωρούμε δεδομένα. Άλλο εάν χρειάζεται τελικά να κόψεις τα νήματα για να βγεις μπροστά.
Το ζήτημα σε κάθε περίπτωση είναι να κρατάς τουλάχιστον φυλαγμένους μερικούς από τους θησαυρούς της παιδικής ηλικίας. Για ώρα ανάγκης. Να τους ανασύρεις στα δύσκολα. Να σε συντροφεύουν. Και ας κάνεις κριτική. Και ας ισοπεδώνεις μετά το οικοδόμημα. Αυτό θα κάνει σίγουρα και η κόρη μου με μένα. Θα πατήσει πάνω μου. Η καλή μάνα, λέει ένας σημαντικός ψυχαναλυτής, είναι η στυμμένη λεμονόκουπα. Το εύχομαι. Για να γίνει καλύτερη από μένα. Και ακόμα εάν εγώ δεν βρεθώ ποτέ τη στιγμή που θα με έχει ανάγκη το δικό της παιδί, θέλω να νιώθει ότι έχει τόσα αποθέματα αγάπης από μένα, σαν να είμαι πάντα εκεί. Άχρονα. Ασυνείδητα...